Στη σύγχρονη χριστιανική Ελλάδα το έργο του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» αποτελεί τον θεμέλιο λίθο και το «ευαγγέλιο» της επίσημης κρατικής ιδεολογίας του Ελληνοχριστιανισμού. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος παρουσιάζει κάποιες περιόδους της Ελληνικής Ιστορίας σχετικά αμερόληπτα. Όμως, όταν φθάνει στην χριστιανική Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, την αποκαλούμενη ψευδώς «Βυζαντινή» (όρος που συντηρείται μέχρι και σήμερα), την παρουσιάζει ως Ελληνική με τον όρο «Μεσαιωνικός Ελληνισμός», που διακόπηκε δήθεν λόγω της Οθωμανικής κυριαρχίας το 1453, και κατέληξε στην δημιουργία του Νεοελληνικού κράτους του 1821. Σε άλλα σημεία του έργου του ο Παπαρρηγόπουλος αυτοαναιρείται: «εκάλουν εαυτούς Ρωμαίους».
Η εποχή κατά την οποία ολοκλήρωσε την ιστορία του, το 1870, ήταν λίγο μετά τον διωγμό του Όθωνα απ' τους πολιτικοθρησκευτικούς ταγούς της Ορθοδοξίας και την επαναφορά του Χριστιανισμού σε πλήρη ισχύ. Η εποχή αυτή χαρακτηριζόταν από τυφλή θεοκρατία και οπισθοδρόμηση, όπου οι διωγμοί, οι αφορισμοί και τα συγχωροχάρτια έδιναν και έπαιρναν. Ήταν τότε που η Εκκλησία με εργαλείο την ιστορία του Παπαρρηγόπουλου θεμελίωσε την εθνική μας παραφροσύνη με το υβριδικό ιδεολόγημα του Ελληνοχριστιανισμού, που διατηρείται σε απόλυτη ισχύ έως σήμερα στην Παιδεία, τη Διανόηση και την Πολιτική της Ρωμιοσύνης.
Η μεγαλύτερη συμφορά του έθνους, η εξάλειψη του «Ελληνισμού των Δύο Ηπείρων» κάτι που δεν πέτυχε ποτέ κανένας κατακτητής, το πέτυχε το Ρωμαϊκο κράτος με τη «Μεγάλη Ιδέα» (=αναβίωση του Βυζαντίου) που προσπάθησε να πραγματοποιήσει στις αρχές του 20ου αιώνα. Η ιδέα αυτή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαρκαστικά ως «η μεγάλη ιδέα του Καραγκιόζη». Τα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν (Μικρασιατική καταστροφή, ξεριζωμός Ποντίων) αποτελούν την κοντόφθαλμη και αυτοκαταστροφική πολιτική προέκταση και πλευρά του «Ελληνοχριστιανισμού».
Κων. Παπαρρηγόπουλος: Πρόθεσή του ως ιστορικού ήταν η ιστορική αληθοφάνεια του σχιζοφρενικού ιδεολογήματος του «Ελληνοχριστιανισμού» και της «Μεγάλης Ιδέας» (=αναβίωσης του ανθελληνικού «Βυζαντίου»). Η σκοπιμότητα αυτή τον παρέσυρε σε πολλές αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενες ιστορικές θέσεις. Σκοπός του ήταν η συσκότιση και η παραποίηση της Νεοελληνικής ιστορικής πραγματικότητας. (Πίνακας του Β. Κοντόπουλου.)
Το νεοσυσταθέν Ελληνικό έθνος του 1821 δημιουργήθηκε αρχικά από τις στάχτες του και τα συντρίμμια των αρχαίων αναμνήσεών του, «απ' τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά» και όχι απ' τα σκηνώματα των «αγίων» της Ορθοδοξίας, αυτά που περιφέρουν στα προσκυνήματα μέχρι σήμερα οι παπάδες για πλουτισμό και ειδωλολατρία.
Οι θυσίες όλων αυτών των ηρώων, αμέτρητων ντόπιων και αρκετών ξένων, (θυσιάστηκαν με όραμά τους την Ελληνική Αρχαιότητα κι όχι το «Βυζάντιο»), που έχυσαν ποταμούς αίματος για την δημιουργία του Νεοελληνικού κράτους το 1821, απέβλεπαν σε ένα εθνικό κράτος στα πρότυπα του Κλασικού και Αλεξανδρινού Ελληνικού Κόσμου. Γι' αυτό προέκυψε (στο νέο κράτος) και το (μισητό στους Χριστιανούς και ξεχασμένο για πολλούς αιώνες) όνομα Έλλην-Ελλάς.
Παρά την προσπάθεια των υγειών δυνάμεων του Ελληνισμού (φιλέλληνες, Φιλικοί, Διαφωτιστές, οπλαρχηγοί, οι ήρωες Κλέφτες και κάποιοι Αρματωλοί) το κράτος που προέκυψε αποτέλεσε ένα πιστό αντίγραφο της παρηκμασμένης Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτό που όλοι μας σήμερα αποκαλούμε ψευδώς «Βυζάντιο». Κύριο ρόλο σ' αυτήν την μεταστροφή έπαιξαν κυρίως η Ορθόδοξη Εκκλησία, οι Φαναριώτες, οι κοτζαμπάσηδες και οι πολιτικοί ταγοί της Ρωμιοσύνης. (Bλ. "Ο κατατρεγμός και η δολοφονία του Γεωργίου Καραϊσκάκη από το κράτος της Ρωμιοσύνης".)
Με δόλιους και συνομωτικούς τρόπους η ηγέτιδα δύναμη της Ρωμιοσύνης η Ορθόδοξη Εκκλησία, κατάφερε να καπελώσει και να και υποβαθμίσει όλους του υγιείς μηχανισμούς του νέου κράτους και κυρίως την παιδεία. Μία μικρή διακοπή με προσπάθεια επαναφοράς των Ελληνικών αξιών έγινε κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας και του Όθωνα. Έκτοτε το Νεοελληνικό κράτος μεταλλάχθηκε οριστικά σ' ένα Νεορρωμαίικο τριτοκοσμικό κρατίδιο, που μέχρι σήμερα υπολειτουργεί και τρεμοσβήνει κάτω από την ορθόδοξη πνευματική κυριαρχία.
«Ω ταλαίπωρος Ελλάς, δεν ανεστήθης εκ του τάφου, απλώς ήλλαξες τάφον, απ' τον Τουρκικόν εις τον Χριστιανικόν». Τα λόγια του μεγάλου Έλληνα Διαφωτιστή Αδαμαντίου Κοραή θα ηχούν για πάντα στ' αυτιά μας και θα μας δείχνουν το μέγεθος της πολιτιστικής μας καταδίκης και της εθνικής μας τραγωδίας, που εκτυλίσσεται χωρίς διακοπή έως σήμερα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε τις πομφόλυγες δηλώσεις του αρχιεπισκόπου κ. Χριστόδουλου στον Τύπο λίγο πριν τον θάνατό του: «Ήρωές μας δεν είναι οι αρχαίοι ήρωες και φιλόσοφοι ούτε οι αγωνιστές του '21, ήρωές μας είναι οι μάρτυρες και οι άγιοι της Ορθοδοξίας, που πέθαναν για την πίστη τους», εννοώντας βεβαίως αυτούς που πέθαναν για τα συμφέροντα (οικονομικά και εξουσιαστικά) της Ορθοδοξίας και όχι για την Ελλάδα.
«Ω ταλαίπωρος Ελλάς, δεν ανεστήθης εκ του τάφου, απλώς ήλλαξες τάφον, απ' τον Τουρκικόν εις τον Χριστιανικόν».
Ο Αδαμάντιος Κοραής υπήρξε από τους μεγάλους ιδεολόγους της δημιουργίας Νεοελληνικού κράτους στα πρότυπα του Κλασικού και Αλεξανδρινού Eλληνισμού.
Οι αντιφάσεις του έργου του Παπαρρηγόπουλου
Ας δούμε μερικές από τις πιο τραγικές αντιφάσεις της ιστορίας του Κ. Παπαρρηγοπούλου αρχίζοντας από την περίοδο του Θεοδοσίου.
1. B΄ τόμος, «Από του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι του οίκου του Ιουστινιανού»:
Στα παρακάτω αποσπάσματα υποστηρίζει τον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο και κατακρίνει τον Θεοδόσιο και τον Χριστιανισμό για τα εγκλήματά τους κατά του Ελληνισμού:
«Τότε ανετράπη εκ βάθρων ο εν Αλεξανδρεία περίφημος ναός του Σεράπιδος, πάλαι ποτέ οικητήριον των επιστημών, που έσωζε κατ' αυτά τα έτη τα της αρχαίας σοφίας ίχνη. Τότε κατηδαφίσθη ο εν Απαμεία περικαλλής ναός του Διος. Τότε ηφανίσθησαν πλείστα άλλα της τέχνης αριστουργήματα ιδίως εν Συρία και εν Αιγύπτω... Αρκετοί δε εκ των επισκόπων και οι πλείστοι των μοναχών συνετέλουν προθυμότατα εις τον όλεθρον τούτον» (σελ.474).
«Συγχρόνως εξέδωκε νόμους αυστηρούς όπως η κατάργησις του αρχαίου ελληνικού βίου και ιδίως του αρχαίου ελληνικού θρησκεύματος. Ο Θεοδόσιος κατήργησεν εν έτει 394 τον μέγαν ολυμπιακόν αγώνα κατά την 293ην Ολυμπιάδα. Και θα λείψη τότε δια παντός η επιφανεστάτη εκείνη των αρχαίων ελληνικών πανήγυρις» (σελ. 473).
Για την σφαγή των Θεσσαλονικέων απ' τον Θεοδόσιο στον ιππόδρομο: «Ευθύς την επομένην ημέραν προσεκλήθη ο λαός εις τον ιππόδρομον προς θέαν δήθεν ιπποδρομιακού αγώνος, εκεί δε αιφνιδίως οι στρατιώται έπεσαν με τα ξίφη των κατά του πλήθους και έσφαξαν εν διαστήματι τριών ωρών άνευ διακρίσεως αθώων και ενόχων πολιτών και ξένων δια μερικούς επτά χιλιάδας, δι' άλλους δεκαπέντε χιλιάδας ανθρώπων. Η ανηλεής αύτη του Θεοδοσίου πράξις...» (σελ. 475).
Στα παρακάτω αποσπάσματα γράφει τα εντελώς αντίθετα και αυτοαναιρείται κατηγορώντας συλλήβδην όλο τον Αρχαίο Κόσμο για ειδωλολατρία:
«Των ειδωλολατρών κατοίκων της Πόλεως (Νέας Ρώμης) πολλοί ελάτρευον και ανατολικάς θεότητας ( ...;)» (σελ. 442).
Και ο «θρίαμβος»: «Τοιουτοτρόπως επί Θεοδοσίου εθριάμβευσεν ο Χριστιανισμός κατά της ειδωλολατρίας» (σελ. 474).
«Εν τω μέσω τοιούτων περιπετειών διήλθεν η του Θεοδοσίου βασιλεία· δεν ήρκεσεν η διοίκησις των Γότθων και η των σχέσεων αυτών ρύθμισις, δεν ήρκεσεν η κατατρόπωσις αρειανών και εθνικών, αλλά εδέησε να παλαίση και προς τας συνεπείας των γεγονότων τούτων (...)».
«Ο Θεοδόσιος απεκλήθη Μέγας· και τη αληθεία δύναται να λογισθή μέχρι τινός άξιος της επωνυμίας ταύτης εν τη ιστορία των μοναρχών του ανατολικού κράτους» (σελ. 476).
Ο ανελέητος και ανθέλληνας δολοφόνος Ρωμαίος αυτοκράτορας Θεοδόσιος μεταλλάσσεται «δικαίως» σε «αγαθόν» και «Μέγαν»:
«Ο Θεοδόσιος ανεκηρύχθη Μέγας τόσω μάλλον δικαίως ( ...;).»
«Λόγω ιδιωτικών αρετών ο Θεοδόσιος ήτο ομολογουμένως κρείττων του Μεγάλου Κωνσταντίνου, διότι διετέλεσεν αγαθός σύζυγος, αγαθός πατήρ, αγαθός αδελφός και φίλος ευγνώμων. Πλην τούτων δεν ήτο οξύτατος περί της οργής και ευκόλως ετρέπετο προς την επιείκειαν και την μετάνοιαν» (σελ. 477).
2. B΄ τόμος, «Από του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι του οίκου του Ιουστινιανού»:
«Εις τον θρίαμβον του Χριστιανισμού συνετέλεσαν πολλά και ποικίλα πράγματα. Πρώτον πάντων της επιτυχίας αυτού αίτιον υπήρξεν η θεία των δογμάτων αυτού τελειότης. Εις την μεταξύ της φιλοσοφίας και των θρησκευμάτων πάλην είχον ήδη νεκρωθή αι αρχαίαι δοξασίαι, η δε κοινωνία των σοφών εστερήθη πάσης πίστεως και πλανωμένη ηθικώς εν ερήμω, εζήτει όασιν εις κάθε ψυχικήν παραμυθίαν» (σελ.361).
Εδώ η αρχαία σοφία και θρησκεία γίνονται «νεκρωμένη» ηθική πλάνη.
Αλλού γράφει για τον Χριστιανισμό: «ο άπεφθος της νέας αληθείας χρυσός».
«Ο λόγος του Κυρίου ανεμόρφωσε θρησκευτικώς, ηθικώς και κοινωνικώς τον κόσμον» (σελ.363).
«Προ καιρού η ειδωλολατρία είχε παρεκτραπή εις όργια ελεεινά, αυτά δε εξ ανάγκης προεκάλεσαν την επέμβασιν της πολιτικής εξουσίας λόγω της δημοσίας ηθικής» (σελ.386).
Εδώ η σοφία ξέπεσε σε «ειδωλολατρικά όργια» και κατ' αυτόν δικαίως επήλθε η τιμωρία τους!
«Αλλ' η θρησκεία, αν δεν είναι ήδη ο μόνος του καθ' ημάς Ελληνισμού μοχλός, είναι πάντοτε μέρος του εθνικού βίου οργανικόν, ου άνευ εθνικός βίος δεν δύναται να υπάρξη, είναι πάντοτε εις των ακρογωνιαίων λίθων, εφ ων πρόκειται να ιδρυθή η μέλλουσα της Ανατολής τύχη» (σελ. 199).
«Αποδεικνύων αδιαλείπτως ότι ο Ελληνισμός επί ρωμαϊκής κυριαρχίας εν τη Ανατολή ήκμαζεν» (σελ.356).
Εδώ ο Παπαρρηγόπουλος αυτοαναιρείται ξανά αφού παραδέχεται εκ παραλλήλου την ακμή του Ελληνισμού κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής κυριαρχίας:
«Το άμεσον της κηρύξεως, της ερμηνείας και της διαδόσεως του Χριστιανισμού όργανον υπήρξεν η γλώσσα η ελληνική» (σελ.363).
Τελικώς λόγω της γλώσσας διεδόθη ο Χριστιανισμός και όχι μέσω της αγάπης;
«Δεν είμεθα αποκλειστικοί και ομολογούμεν προθύμως ότι εις τον θρίαμβον του Χριστιανισμού συνετέλεσεν ωσαύτως η ρωμαϊκή κυριαρχία» (σελ.362).
Εδώ παραδέχεται την βίαιη και αιματηρή επιβολή του Χριστιανισμού απ' τις ρωμαϊκές λεγεώνες επί του Ελληνισμού.
«Ο Χριστιανισμός την στιγμήν που ενόμιζεν ότι εθριάμβευεν, υπέστη δεινήν κρίσιν και αίτιον κανέν άλλο δεν ήτο παρά η αντίδρασις του Αρχαίου Ελληνισμού. Μη φανή δε παράδοξον ότι λέγομεν αυτό, ότι ο Ελληνισμός επανεστάτησε κατά του νέου θρησκεύματος (του Χριστιανισμού), ενώ προηγουμένως είχομεν παραστήσει αυτόν συμμαχήσαντα μετά του θρησκεύματος τούτου» (σελ.386).
Εδώ έχει συνείδηση της αντίφασής του και προσπαθεί να απολογηθεί· έτσι μπερδεύει Ελληνισμό και Χριστιανισμό μην γνωρίζοντας ποιός επαναστάτησε εναντίον ποίου! Την Ελληνοχριστιανική σχιζοφρένεια, που συνεχώς προάγει επιχειρεί να την εμφανίσει ως συνέπεια λόγου.
3. Γ΄ τόμος, «Από του Ιουστινιανού μέχρι του Βασιλείου του Α΄»:
«Εκ της καταστροφής ταύτης (των χριστιανικών διωγμών) δεν περιεσώθη η σεβασμία μήτηρ του ελληνικού κόσμου Ελλάς».
«Από της εβδόμης όμως εκατονταετηρίδος εξέλιπεν παν ίχνος του ονόματος Έλλην και όλων αυτού των παραγώγων» (σελ.16).
Εδώ παραδέχεται ότι το όνομα Έλλην και Ελλάς είχε εξαφανιστεί ολοκληρωτικά απ' την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία «Βυζάντιο» απ' τον 7ομ.Χ. αιώνα.
«Αυτός ο λαός (ο ελληνικός) δεν ετόλμησε να διατηρήσει το πάτριον όνομα ( ...;) κατήντησαν δε να ονομάσωσιν εαυτούς Ρωμαίους».
Και φυσικά μας λέει, ότι το νέο όνομα των Ελλήνων ήταν Ρωμαίοι που εξελίχθηκε σε Ρωμιοί, αυτό το σαράκι που κουβαλάμε δηλαδή μέχρι σήμερα.
«Τα τελευταία λείψανα του αρχαίου θρησκεύματος εξηφανίσθησαν κατά την ενάτην εκατονταετηρίδα» (σελ.17).
«Αλλ' όμως από των χρόνων εις ους ευρισκόμεθα, κατά το πλείστον ο βίος αυτού ήτο ήδη ελληνικός (από το 476 μ.Χ. και εντεύθεν). Η Εκκλησία ήτο ανέκαθεν ελληνική. Αι σχολαί όλου του κράτους εκτός της πρωτευούσης ήσαν καθαρώς ελληνικαί. Η σημαία του κράτους δι ελληνικών εκοσμείτο γραμμάτων και εν τη αυλή η ελληνική ωμιλείτο γλώσσα» (σελ. 539).
Εδώ βυθίζεται πάλι στην Ελληνοχριστιανική του σχιζοφρένεια, αφού βαφτίζει τα πάντα ακόμα και την Ορθόδοξη Εκκλησία Ελληνική.
«Εν γένει η θρησκεία δεν είναι δόγμα φιλοσοφικόν, το οποίον συζητούσιν, ασπάζονται η αποκρούουσιν ολίγοι τινές ελλόγιμοι άνδρες εξωκειωμένοι όντες προς τοιαύτας μεταφυσικάς μελέτας. Η πίστις ην η θρησκεία επαγγέλλεται να ενιδρύση εις τας ψυχάς των ανθρώπων δέον να διαδοθή εις τους πολλούς και να συντηρηθή ακράδαντος εν ταις συνειδήσεσιν αυτών» (σελ. 289).
Η προσπάθειά του είναι να πείσει τους Νεοέλληνες αναγνώστες του, ότι η χριστιανική θρησκεία πρέπει να διαδοθεί σε πολλούς και να ριζωθεί στις συνειδήσεις τους.
«Παρά ταύτα η ιστορία των προμάχων του Χριστιανισμού έχει πολλάς σκιας» (Πρόλογος παρ. θ΄ ).
Και μία λογική διαπίστωση: «Ο Μεσαιωνικός Ελληνισμός δεν ανέστησε επ' ουδενί τον Αρχαίον, νεκραναστάσεις εν τη ιστορία δεν συμβαίνουν» (Πρόλογος Γ΄, παρ. 2).
«Το ανατολικόν κράτος ήτο κράμα ποικίλων παραδόσεων, θεσμών και έξεων, ου μόνον ελληνικών και ρωμαϊκών αλλά βαρβαρικών και ασιατικών. Δι' αυτόν τον λόγον πολλά εξαίρετα προς την διοίκησιν και την νομοθεσίαν διετήρησε, πολλά όμως ήσαν και τα αποτρόπαια και τα ταπεινωτικά, τα οποία παρεισέφρυσαν εις αυτό με την μετά του ασιατικού βίου επιμειξίαν» (σελ. 509).
Μία ακόμα αντιφατική παράγραφος για την ελληνικότητα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας «Βυζαντίου». Στα λόγια του διαφαίνεται η ταπεινωτική γι' αυτόν Ασιατική επιμειξία των Βυζαντινών.
«Το κυριώτερον αυτής της νόσου φάρμακον ήτο η ωργανωμένη προσπάθεια της εκτενεστέρας διαδόσεως της παιδείας εις τον λαόν και η εκκλησιαστική μεταρρύθμισις αρκούσε να θεραπεύση την καχεξίαν αυτήν. Όμως το πλείστον του έθνους λόγω της μεγάλης αμαθείας του απέκρουε την προτεινομένην αυτήν θεραπείαν» (σελ. 372).
Για την μεταρρύθμιση των Ισαύρων κατηγορεί τους ιερείς της Ορθοδοξίας καθώς και το ποίμνιο της «βυζαντινής» εποχής ως «ψυχικώς αρρώστους και αμαθείς» και αντιπροτάσσει ως φάρμακο της θεοκρατικής νόσου την Ελληνική Παιδεία:
Όλο το έργο του Κ. Παπαρρηγόπουλου βρίθει με πλήθος άλλων μή αναφερόμενων αποσπασμάτων στην έρευνα αυτή, εντόνων αντιφάσεων, αυτοαναιρέσεων και αντιπαρατιθέμενων απόψεων και θέσεων.
Οι αντιφάσεις για την Εικονομαχία
Εδώ ο Παπαρρηγόπουλος καταβαραθρώνει την εικονολατρία, στη συνέχεια όμως υποστηρίζει και εξυψώνει το κατεστημένο της:
«Και ούτως ανεστυλώθησαν αι άγιαι και σεπταί εικόνες εν τω του θεού ναώ του τιμάσθαι και σέβεσθαι και προσκυνείσθαι υπό πάντων των πιστών ( ...;). Η εορτή αύτη έλαβε χαρακτήρα πανηγύρεως τελουμένης ένεκα του θριάμβου της ορθής πίστεως και κατά πάσης εν γένει αιρέσεως» (σελ.534).
Εδώ εξυμνεί τους επτά αναθεματισμούς εναντίον του Ελληνισμού, που έως σήμερα ψάλλονται στις εκκλησίες της Ελλάδος την «Κυριακή της Ορθοδοξίας» (βλ. «Τα υβριστικά κατά των Ελλήνων επίσημα κείμενα της Ορθοδοξίας»).
Το Ανατολικόν Ρωμαϊκόν Κράτος με τα άλματα ασυνέπειας που τον διακρίνουν το ονομάζει «Χριστιανικό Ελληνισμό». «Διότι η μοναρχία αύτη εδημιουργήθη υπό του εν Ασία ακμάσαντος Χριστιανικού Ελληνισμού» (πρόλογος ζ΄). Τον τίτλο «Μεσαιωνικός Ελληνισμός» τον χρησιμοποιεί παράλληλα με τον όρο «Ανατολικόν Ρωμαϊκόν Κράτος» σε όλο το έργο του π.χ.: «Αλλά και έτερον μέγα έργον απεπειράθη να πράξη ο Μεσαιωνικός Ελληνισμός» (πρόλογος ια΄).
Εδώ οι «μεσαιωνισταί Έλληνες» μεταλλάσσονται σε Ρωμαίους: «Καλούμεθα σήμερον Έλληνες, τους δε εις αυτάς τας χώρας κατά τον μέσον αιώνα πρωταγωνιστάς ονομάζομεν Βυζαντινούς. Αυτοί όμως ποτέ δεν παρεδέχθησαν την προσηγορίαν ταύτην, αλλά εκάλουν εαυτούς Ρωμαίους». Όσο για την περίοδο της Τουρκοκρατίας λέει ότι «εξηκολούθησεν αυτό το όνομα παραλλήλως, και ωνόμαζον εαυτούς Ρωμιούς» (πρόλογος κα΄). Και μέχρι και σήμερα οι Τούρκοι (κι αυτοί μπερδεμένοι) μας ονομάζουν Ρουμ = Ρωμιοί, ή Γιουνάν = Ίωνες.
Ο στρατός της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αναφέρεται στην ιστορία του Παπαρρηγόπουλου με τα εθνικά ονόματα της κάθε περιοχής, όπως «στρατός των Ρωμαίων, των Συρίων, των Αρμενίων, των Θρακησίων κ.α.» Περί ελληνικού στρατού ούτε λόγος να γίνεται, αφού η ονομασία Έλλην είχε εξοβελισθεί οριστικά όπως είδαμε επί ποινή θανάτου απ' τα χρόνια του «αγίου» και «Μεγάλου» Θεοδοσίου. Εδώ λοιπόν καταβαραθρώνεται οριστικώς η ελληνικότητα του Ρωμαϊκού Κράτους απ' τον ίδιο τον Παπαρρηγόπουλο αλλά και η ονομασία «Βυζάντιο» αντί του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους.
Η λέξη «Βυζάντιο» πρωτοεμφανίστηκε το 1567 μ.Χ. σε κείμενο του χριστιανού μοναχού Ιερωνύμου. Αργότερα (γύρω στο 1845) έγινε η αυθαίρετη καθιέρωση του όρου-φαντάσματος απ' τους ταγούς του Ελληνοχριστιανισμού, και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα απ' τους ορθόδοξους ιερείς, τους ιστορικούς, τα Μ.Μ.Ε., τα σχολικά βιβλία και τους διαφόρους ελλαδεμπόρους.
Σε όλο το έργο του Παπαρρηγόπουλου αναδεικνύεται η σχιζοφρενική αντιφατικότητά του και η υποταγή της ιστορικής επιστήμης στην ιδεολογική σκοπιμότητα, που προφανώς οι ταγοί του του υπέβαλαν αμέσως η εμμέσως να «θεμελιώσει» ιστορικά. Ουσιαστικώς ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ένας τραγικός άνθρωπος και ιστορικός, άλλος ένας θύτης αλλά και ταυτοχρόνως θύμα του ιδεολογήματος του Ελληνοχριστιανισμού.
Η λέξη «Βυζάντιο» πρωτοεμφανίστηκε το 1567 μ.Χ. σε κείμενο του χριστιανού μοναχού Ιερωνύμου. Αργότερα (γύρω στο 1845) έγινε η αυθαίρετη καθιέρωση του όρου-φαντάσματος απ' τους ταγούς του Ελ-ληνοχριστιανισμού, και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα απ' τους ορθό-δοξους ιερείς, τους ιστο-ρικούς, τα Μ.Μ.Ε., τα σχο-λικά βιβλία και τους δια-φόρους ελλαδεμπόρους.
Επίλογος
Όλοι οι ανένταχτοι στην Ελληνοχριστιανική σχιζοφρένεια ιστορικοί (Σπηλιάδης, Σάθας, Κορδάτος, Άννινος, Φωτιάδης κ.ά.) έχουν παραγκωνιστεί και αποσιωπηθεί απ' το Χριστιανορωμαίκο κατεστημένο. Αντ' αυτών βέβαια οργιάζουν οι ταγοί ιστορικοί του ελληνοχριστιανισμού (Παπαρρηγόπουλος, Ζαμπέλιος, Καργάκος κ.ά.). (Διαβάστε επίσης: «Παπαρρηγόπουλος εναντίον Σάθα».)
Σήμερα το ελληνοχριστιανορρωμαίικο κράτος μας παραπαίει ως ο ουραγός της Ευρώπης. (Στο ζήτημα της αναφοράς των «ιουδαιοχριστιανικών ριζών του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού» στο Προοίμιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος το Ρωμαίικο κρατίδιό μας ήταν μεταξύ των ελάχιστων μελών-κρατών της Ε.Ε. που επέμεινε (ανεπιτυχώς) να περιληφθεί η ανωτέρω φράση, όταν η πλειονότητα των Ευρωπαίων εταίρων (που δεν έχουν υποστεί τα δεινά που υπέστη ο Ελληνισμός από τον Χριστιανισμό) τάχθηκαν υπέρ της αποβολής της φράσης αυτής, που, άν μή τι άλλο, είναι ανιστόρητη ως θέση, αφού τα κύρια ιστορικά χαρακτηριστικά του Χριστιανισμού δια μέσου των αιώνων είναι η αντίθεσή του κατά του Πολιτισμού και οι άγριοι διωγμοί που κατά καιρούς εξαπέλυσε κατά των πρωτοπόρων κάθε πολιτιστικής εξέλιξης).
Οι σημερινοί Νεοέλληνες είναι από βρέφη βαθιά ποτισμένοι απ' την σχιζοφρενική ιδεολογία του Ελληνοχριστιανισμού και την κουβαλούν μέσα στα γονίδιά τους ως χρόνια πνευματική κληρονομική νόσο. Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου αποτελεί τον παραμορφωτικό καθρέπτη της νεοελληνικής μας συνείδησης. Οι τριτοκοσμικές πρωτιές αυτού του κράτους και η βαθειά πολιτική και πολιτιστική του σήψη είναι αποτελέσματα της σχιζοφρενούς ιδεολογίας των «Παπαρρηγόπουλων» και της διαιωνιζόμενης μεσαιωνικής Ορθόδοξης θεοκρατίας, που το κυβερνά σαν μαριονέτα απ' τα παρασκήνια.
* * *
Σαν κατακλείδα αφιερώνουμε στη Χριστιανορρωμιοσύνη μερικούς στίχους του ποιητή Κωστή Παλαμά, που έγραψε για τους ραγιάδες Χριστιανοέλληνες της εποχής του:
«Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς μηδέ λεβέντες, Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι.
Κούφιοι κι οκνοί, καταφρονούν την θεία τραχειά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των Αρχαίων παλιάτσοι.»
Βασίλειος Μαυρομμάτης