Λήμνος γαιάων πολύ φιλτάτη απασέων" Λήμνος, η πιο αγαπημένη απ' όλες τις στεριές. Αυτή την ποιητική φράση βάζει ο Όμηρος στα χείλη του θεού Ηφαίστου για να δείξει την ευγνωμοσύνη και την ικανοποίηση του Θεού που διωγμένος από τον Όλυμπο βρήκε εδώ φιλοξενία και συμπαράσταση από τους κατοίκους της,έστησε τα υπόγεια εργαστήριά του και από τότε συνέδεσε το όνομά του με το νησί.
Το όνομα Λήμνος είναι πανάρχαιο, αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο, και κατά μία εκδοχή είναι φοινικική και σημαίνει λευκή. Η ονομασία αυτή δόθηκε στο νησί επειδή, καθώς είναι επίπεδο και άδενδρο, παρουσιάζει από μακριά λευκή όψη. Κατά άλλες εκδοχές, το όνομα Λήμνος προέρχεται είτε από την ομηρική λέξη Λήιον, που προσδιορίζει το σπαρμένο χωράφι, τον αγρό, ή από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις "ληίς" (που σημαίνει κοπάδι) + "μήλο" (που σημαίνει πρόβατο), δηλαδή νήσος κοπαδιών αιγοπροβάτων. Η τελευταία αυτή εκδοχή φέρεται και η επικρατέστερη, επειδή η Λήμνος είναι το πεδινότερο νησί του Αιγαίου με μεγάλη παραγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την αρχαιότητα. Στους κλασικούς χρόνους ήταν ο σιτοβολώνας της αρχαίας Αθήνας, από την οποία άλλωστε κατελήφθη, και αργότερα ο προμηθευτής σιταριού της αυτοκρατορικής αυλής του Βυζαντίου. Ακόμα και σήμερα, το σήμα κατατεθέν της Λήμνου είναι τα σπαρμένα σιταροχώραφα που φθάνουν ως την άκρη της θάλασσας.
Κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν και άλλα ονόματα: "Ανεμόεσσα", από τους ισχυρούς ανέμους που πνέουν στη περιοχή (η Ανεμόεσσα σήμερα είναι οικισμός, στον οποίο κατοικούν όσοι υπηρετούν στην Πολεμική Αεροπορία μαζί με τις οικογένειές τους), "Αιθάλεια" ή "Αιθαλία" (από την αιθάλη - καπνό του ηφαιστείου της), "Πυρόεσσα" (για την ηφαιστειώδη φύση της νήσου), "Δίπολις" (από τις δύο κύριες αρχαίες πόλεις της, την Μύρινα και την Ηφαιστία), "Σιντηίς" (από τους πρώτους κατοίκους της, τους Σίντιες), "Αμπελόεσσα" (από τους εκταταμένους αμπελώνες της), "Υψιπύλεια" (από τη μυθική βασίλισσα Υψιπύλη) και "Ηφαίστεια νήσος" (νήσος του Ηφαίστου). Οι Ενετοί και οι Φράγκοι την έλεγαν "Σταλημένη", πιθανώς εκ παραφθοράς της φράσης "στη Λήμνο" ή "στα Λήμνου" (= κράτα πορεία προς τη Λήμνο).
Κατά την μυθολογία, η Λήμνος είναι το νησί του Ηφαίστου.
Η ανάπτυξη της μεταλλουργίας από τους παλαιότατους κατοίκους του νησιού αποδόθηκε στο θεό Ήφαιστο. Σύμφωνα με το μύθο ο Δίας, μετά από έναν καβγά με την Ήρα, εκσφενδόνισε από τον Όλυμπο τον Ήφαιστο, καθώς αυτός υπερασπίστηκε την μητέρα του, με αποτέλεσμα να πέσει στη Λήμνο και έκτοτε να μείνει ανάπηρος. Οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού, τους οποίους ο Όμηρος αποκαλεί Σίντιες, που σύμφωνα με το μύθο ήρθαν από την Ανατολή (Φρυγία) και ήταν αγριόφωνοι (=σκληροί, αφιλόξενοι), τον περιέθαλψαν κι εκείνος σε αντάλλαγμα τους δίδαξε την τέχνη της κατεργασίας των μετάλλων, στήνοντας το εργαστήριό του στο ηφαίστειο Μόσυχλος της Λήμνου. Οι Σίντιες ήταν εξαιρετικοί μεταλλουργοί και οι πρώτοι που κατασκεύασαν χάλκινα όπλα με μέταλλα από τη Μικρά Ασία. Οι ανασκαφές στην Πολιόχνη αποκάλυψαν μεγάλο προϊστορικό οικισμό που μπορεί να αποδοθεί σε αυτό το φύλο, ο πολιτισμός του οποίου παρουσιάζει ομοιότητες με εκείνον της Τροίας. Τιμώντας το μεταλλουργό θεό, οι αρχαίοι Έλληνες ονόμασαν Ηφαιστία την πόλη που ίδρυσαν στο νησί.
Κατά το μύθο, ο Ήφαιστος μεταβίβασε τη γνώση της τέχνης στους Καβείρους, παιδιά που απέκτησε από τη νύμφη Καβειρώ. Αυτοί, αργότερα, λατρεύονταν σε ένα ειδικό ιερό που χτίστηκε στη Λήμνο, το Καβείριο. Η λατρεία τους, που ήταν μυστηριακή, επεκτάθηκε στη Σαμοθράκη κι αλλού και μάλλον προέρχεται από κάποια αρχική κλειστή συντεχνία μεταλλουργών.
Διόνυσος
Η εισαγωγή της αμπελοκαλλιέργειας συνδέθηκε με το Διόνυσο. Σύμφωνα με το μύθο ο Μίνωας της Κρήτης έστειλε το βασιλιά της Φαιστού Ραδάμανθυ να καταλάβει τα νησιά του Αιγαίου. Αυτός δώρισε τη Λήμνο σε ένα στρατηγό του, το Θόαντα, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης, ο οποίος δίδαξε στους Λημνιούς την καλλιέργεια του αμπελιού. Τότε τη Λήμνο κατείχαν οι Θεσσαλοί Μινύες κι ο Κρηθέας, βασιλιάς της Ιωλκού, αποφάσισε να δώσει στο Θόαντα την κόρη του Μύρινα ως σύζυγο. Για να την τιμήσουν έδωσαν το όνομά της στη πρωτεύουσα του νησιού.
Στο μύθο προβάλλεται κάποια διαμάχη ανάμεσα στους Μινύες και τους Μινωίτες για την επικράτηση στη Λήμνο, η οποία έληξε με συμβιβασμό. Επίσης, αποκαλύπτεται ότι η γνώση της αμπελοκαλλιέργειας ήρθε από την Κρήτη και ερμηνεύεται η ονομασία της πρωτεύουσας Μύρινας.
Λήμνια κακά
Η συνέχεια του μύθου λέει, πως κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θόαντα οι Λήμνιες παραμέλησαν τη λατρεία της Αφροδίτης. Γι' αυτό η θεά τις τιμώρησε με δυσοσμία, με αποτέλεσμα οι άνδρες να τις αποφεύγουν και να φέρουν γυναίκες από τη Θράκη. Τότε οι Λημνιές αποφάσισαν να εξοντώσουν όλους τους άντρες του νησιού και όλα τα μικρά αγόρια, πετώντας τους από το λόφο Πέτασσο στη θάλασσα.Οι παλαιότεροι λένε ότι αυτή η άγρια δολοφονία έγινε σε μια περιοχή που ονομάστηκε "Ανδροφώνιο" και είναι το σημερινό Ανδρώνι. Για όσους απορούν,πώς οι γυναίκες κατάφεραν να σκοτώσουν τους άντρες τους, οι παλαιότεροι υποστηρίζουν ότι εκμεταλλεύτηκαν μια γιορτή,κατά την οποία εκείνοι μέθυσαν από το πολύ κρασί και κοιμήθηκαν.Γλύτωσε μόνον ο Θόας, τον οποίο έκρυψε η θυγατέρα του, η Υψιπύλησε ένα πιθάρι και τον έριξε στη θάλασσα ενώ η ίδια τον διαδέχθηκε στο θρόνο.
Στο μύθο αποτυπώνεται η δυσκολία με την οποία ο ντόπιος πληθυσμός και ιδίως οι γυναίκες αποδέχτηκαν τους Κρητικούς στρατιώτες του Θόαντα ως μόνιμους κατοίκους, εραστές, συζύγους κλπ.Η δολοφονία των ανδρών και οι γάμοι των γυναικών της Λήμνου με τους Αργοναύτες συμβολίζουν την εναλλαγή των στοιχείων της φύσης.
Αργοναύτες
Μετά την επικράτηση των Χετταίων στη ΒΔ Μικρά Ασία, τα Στενά του Ελλησπόντου έκλεισαν και η σημασία της Πολιόχνης μειώθηκε. Οι Κρήτες, οι Κυκλαδίτες και αργότερα οι Μυκηναίοι στράφηκαν προς τα μεταλλεία της Κύπρου και πολύ αργότερα, τον 14ο-13ο αιώνα π.Χ., αναζήτησαν ξανά τους παλιούς δρόμους του χαλκού προς τη Μαύρη Θάλασσα και την μυθική Κολχίδα. Τότε η Λήμνος απέκτησε πάλι αξία ως ενδιάμεσος σταθμός, όπως είναι γνωστό από την Αργοναυτική εκστρατεία και από τον Τρωικό πόλεμο.
Την εποχή της λειψανδρίας πέρασαν από τη Λήμνο οι Αργοναύτες στο ταξίδι τους για την Κολχίδα. Αρχικά, οι Λημνιές αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν να αποβιβαστούν νομίζοντας ότι ήταν πειρατές και ετοιμάστηκαν να τους πολεμήσουν. Τελικά, μετά από διαπραγματεύσεις συμφωνήθηκε να αποβιβαστούν, υπό τον όρο ότι θα ικανοποιήσουν όλες τις στερημένες γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας και εμφάνισης. Σε αυτό συνέβαλε σύμφωνα με τον μύθο η παρέμβαση της θεάς Αφροδίτης.
Οι Αργοναύτες έμειναν αρκετά χρόνια στο νησί και άφησαν πολλούς απογόνους δημιουργώντας μια νέα γενιά κατοίκων. Η βασίλισσα Υψιπύλη συνδέθηκε ερωτικά με τον Ιάσονα και απέκτησαν δυο γιους, τον Εύνηο και το Θόαντα. Κατά την παραμονή των Αργοναυτών η Υψιπύλη διοργάνωσε αθλητικούς αγώνες στη μνήμη του πατέρα της, στους οποίους διεξήχθη για πρώτη φορά το πένταθλο.
Γράφει ο Φλάβιος Φιλόστρατος στο έργο του "Γυμναστικός":
Τελαμών μεν κράτιστα εδίσκευε, Λυγκεύς δε ηκόντιζεν, έτρεχον δε και επήδων οι εκ Βορέου, Πη-λεύς δε ταύτα μεν ην δεύτερος, εκράτη δε απάντων πάλη. Οποτ' ουν ηγωνίζοντο εν Λήμνω, φασίν Ιάσονα Πηλεί χαριζόμενον συνάψαι τα πέντε και Πηλέα την νίκην ούτω συλλέξασθαι.
Δηλαδή:
"Ο Τελαμώνας επικρατούσε στη δισκοβολία, ο Λυγκέας στον ακοντισμό και οι γιοι του Βορέα (Ζήτης και Κάλαϊς) στο δρόμο και στο άλμα. Ο Πηλέας ήταν δεύτερος σε όλα αυτά, αλλά τους νικούσε όλους στην πάλη. Λένε λοιπόν, πως κατά την τέλεση των αγώνων στη Λήμνο, ο Ιάσονας, προς χάρη του Πηλέα, αθλοθέτησε ένα επιπλέον έπαθλο για το νικητή του συνδυασμού των πέντε [αγωνισμάτων]. Έτσι, ο Πηλέας κατέκτησε τη νίκη".
Τελικά, έπειτα από την επίμονη παρότρυνση του Ηρακλή συνέχισαν το ταξίδι τους προς την Κολχίδα. Στη Λήμνο στάθμευσαν και κατά την επιστροφή τους. Με το μύθο ερμηνεύεται η μόνιμη εγκατάσταση των Μινύων στη Λήμνο και η επικράτησή τους στη διαμάχη τους με τους Κρήτες. Επίσης, επιβεβαιώνεται πως η Λήμνος αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό στο δρόμο προς τις μεταλλοφόρες περιοχές του Εύξεινου Πόντου.
Τρωικός πόλεμος
Αργότερα, ο Εύνηος συνεργάστηκε με τους Αχαιούς πολιορκητές της Τροίας. Τους πουλούσε κρασί κι εκείνοι τον προμήθευαν χαλκό σύμφωνα με τον Όμηρο.
Επίσης, στη Λήμνο φιλοξενήθηκε ο Φιλοκτήτης,ο μυθικός βασιλιάς της Μελίβοιας (σημερινός δήμος Αγιάς Λάρισας)[εκκρεμεί παραπομπή] όταν τον εγκατέλειψαν οι σύντροφοί του τραυματισμένο από δάγκωμα φιδιού στο νησάκι Χρύση που βρισκόταν ΒΑ της Λήμνου (σήμερα καταποντισμένοι ύφαλοι Μύθωνες), όπου είχε μεταβεί για να προσφέρει θυσίες στο βωμό της ομώνυμης θεάς. Ζούσε σε μια σπηλιά και θεραπεύτηκε με τη βοήθεια της λημνίας γης, ενός θεραπευτικού χώματος που υπάρχει στην περιοχή του Μόσυχλου.
Τέλος, με διαδοχικές φρυκτωρίες μεταδόθηκε η είδηση της άλωσης της Τροίας από την Ίδη στο Ερμαίον της Λήμνου, από εκεί στον Άθω... ως τις Μυκήνες, όπως αναφέρει ο Αισχύλος στο έργο του "Αγαμέμνων":
"... Ίδη μεν προς Ερμαίον λέπας Λήμνου. Μέγαν δε φανόν εκ νήσου τρίτον Αθώιον αίπος Ζηνός εξεδέξατο..."
Από τους μύθους αυτούς αποδεικνύεται ότι η Λήμνος είχε πλέον αποικιστεί από τα μυκηναϊκά φύλα κατά το 13ο αιώνα π.Χ., στον οποίο τοποθετείται ο τρωικός πόλεμος. Ο αποικισμός επιβεβαιώνεται κι από τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι Μινύες εκδιώχθηκαν από τη Λήμνο από τους Πελασγούς της Αττικής και αναζήτησαν καταφύγιο στην Πύλο και στη Σπάρτη, όπου εγκατέλειψαν τις Λημνιές συζύγους τους και πήραν Σπαρτιάτισσες. Το μύθο επιβεβαιώνει μαρτυρία σε πινακίδα με γραφή Γραμμική Β΄ από το μυκηναϊκό ανάκτορο της Πύλου. Σ' αυτήν αναφέρονται μεταξύ των γυναικών που εργάζονταν εκεί και Λημνιές με το όνομα: ra-mi-ni-ja=Lamniai=Λήμνιαι. Στην πινακίδα αυτή έχουμε την παλαιότερη αναφορά του ονόματος του νησιού, το οποίο και στα ομηρικά έπη αναφέρεται πολλάκις. Συνεπώς, ήταν εν χρήσει τουλάχιστον από τη μυκηναϊκή εποχή.
Τουλάχιστον από τον 8ο αιώνα π.Χ. εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο οι Πελασγοί, όπως επίσης στην Ίμβρο και στη Σαμοθράκη. Ήρθαν διωγμένοι από την Αττική και εκτόπισαν τους Μινύες, οι οποίοι διαφέντευαν ως τότε το νησί. Ο Ηρόδοτος τους αποκαλεί Τυρρηνούς και θεωρεί πως είχαν κοινή καταγωγή με τους Ετρούσκους από τη Λυδία της Μικρασίας. Είχαν όμως μεγάλη πολιτισμική συγγένεια με τους Έλληνες, από τους οποίους δέχτηκαν πολλές επιρροές στην τέχνη και στη θρησκεία. Είχαν πρωτεύουσα την Ηφαιστία, αλλά ζούσαν σε όλο το νησί. Στο κάστρο της Μύρινας σώζεται τμήμα του τείχους το οποίο έχτισαν.
Για να εκδικηθούν τους Αθηναίους, οι οποίοι τους έδιωξαν από την Αττική, έκαναν επιδρομή στη Βραυρώνα κατά την εορτή της θεάς Άρτεμης και άρπαξαν μεγάλο αριθμό γυναικών και παρθένων, τις οποίες μετέφεραν στη Λήμνο ως ερωμένες. Όμως, οι Αθηναίες μεγάλωσαν τα παιδιά που έκαναν σύμφωνα με τις αθηναϊκές παραδόσεις. Φοβισμένοι οι Πελασγοί εξόντωσαν τα παιδιά και τις μητέρες τους. Από την ειδεχθή αυτή πράξη προήλθε η παροιμιώδης έκφραση "Λήμνια κακά".
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, από τον οποίο έχουμε την αφήγηση του μύθου, εξαιτίας της άγριας αυτής δολοφονίας επήλθαν μεγάλες συμφορές. Οι γυναίκες τους δεν γεννούσαν πλέον, η γη δεν κάρπιζε και τα ζώα έμεναν στέρφα. Προ του κινδύνου κατέφυγαν στο Μαντείο των Δελφών, το οποίο τους συμβούλεψε να υπακούσουν σε ότι τους προστάξουν οι Αθηναίοι. Εκείνοι τους ζήτησαν να παραδώσουν το νησί, αλλά οι Πελασγοί με πονηρία απάντησαν, ότι θα το πράξουν μόνο εφόσον οι Αθηναίοι πλεύσουν από αθηναϊκό έδαφος στη Λήμνο αυθημερόν, ταξιδεύοντας με βόρειο άνεμο.
Το κατόρθωμα αυτό, που φάνταζε αδύνατο, πραγματοποίησε το 499 ο Μιλτιάδης του Κίμωνος εκκινώντας από την Ελαιούντα, αθηναϊκή αποικία που βρισκόταν στην θρακική ακτή. Φθάνοντας στη Λήμνο απαίτησε την παράδοση του νησιού σύμφωνα με τον παλαιό χρησμό. Ο τύραννος της Ηφαιστίας Ερμών παρέδωσε την πόλη, όμως οι Μυριναίοι αρνήθηκαν και παραδόθηκαν μόνον έπειτα από πολιορκία.
Οι Πελασγοί ήταν εξαίρετοι ναυτικοί και σε αυτούς αποδίδεται ο εξοπλισμός των πολεμικών πλοίων με έμβολο. Επίσης, ήταν μεταλλουργοί και διακρίθηκαν στο εμπόριο και στις τέχνες. Από τον 8ο αιώνα εγκαθίστανται στην Ηφαιστία, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη έχει βρει το νεκροταφείο τους και δυο μεγάλα και πλούσια Ιερά αφιερωμένα στη Μεγάλη θεά Λήμνο και στους Κάβειρους, γιους του Ήφαιστου. Σε αυτά βρέθηκαν εξαιρετικής τεχνοτροπίας ειδώλια, όπως σφίγγες, σειρήνες κ.ά.
Οι Πελασγοί τιμούσαν τις θεότητες των Καβείρων σε ένα ιερό που είχαν ανεγείρει στη θέση Χλόη, ΒΑ της Ηφαιστίας. Οι εκτεταμένες ανασκαφές που έγιναν εκεί τη δεκαετία του '30 αποκάλυψαν ένα ναό μεγάλων διαστάσεων της ελληνιστικής περιόδου. Η είσοδός του είναι από τα ανατολικά και το άδυτο στα δυτικά. Σώζονται οι ογκώδεις πολυγωνικοί κίονες της εισόδου. Στα ΝΑ του ιερού αυτού βρέθηκε ένα μικρότερων διαστάσεων ρωμαϊκό ιερό, διαφορετικού προσανατολισμού, κάτω από το οποίο το 1988 ανακαλύφθηκε το αρχαϊκό ιερό των Πελασγών.
Αντίθετα, στον τεράστιο αρχαιολογικό χώρο της Ηφαιστίας έχουν πραγματοποιηθεί περιορισμένες ανασκαφές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία τόσο για τη δράση των Πελασγών στη Λήμνο, όσο και για την περίοδο που μεσολαβεί από την ύστερη χαλκοκρατία (12ος αιώνας π.Χ.) ως τα τέλη της γεωμετρικής εποχής (8ος αιώνας π.Χ.), η οποία είναι η κρίσιμη περίοδος που οι Πελασγοί διαδέχονται τους Μινύες.
Οι Πελασγοί κυριάρχησαν στη Λήμνο για πολλούς αιώνες, ως το 511, οπότε ηττήθηκαν από τον στρατηγό των Περσών Οτάνη, έπειτα από γενναία αντίσταση. Οι Πέρσες λεηλάτησαν το νησί κι επέβαλαν ως ηγεμόνα τον Λυκάρητο. Το 499 κατέλαβαν τη Λήμνο οι Αθηναίοι με το Μιλτιάδη, όπως ήδη περιγράψαμε, αλλά το 494 την ανακατέλαβαν οι Πέρσες, που την κράτησαν ως το 479. Αυτοί έκαναν λιμενικά έργα στην Ηφαιστία και στο Καβείριο κι εγκαθιστούν Έλληνες φιλικά προσκείμενους σ' αυτούς. Μάλιστα, στη Λήμνο απεβίωσε μετά τη μάχη του Μαραθώνα ο πρώην τύραννος της Αθήνας και συνεργάτης των Περσών, Ιππίας, άρρωστος και τυφλός.
Στους περσικούς πολέμους οι Λημνιοί υποχρεώθηκαν να συνδράμουν το περσικό ναυτικό, αλλά κατά τη ναυμαχία του Αρτεμισίου ο Λήμνιος Αντίδωρος με το πλοίο του αυτομόλησε προς τους Έλληνες, με τους οποίους, προφανώς, αισθανόταν ομόφυλος και συμμετείχε με τον ελληνικό στόλο στη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Οι Πελασγοί της Λήμνου έγραφαν τη γλώσσα τους με ελληνικούς χαρακτήρες, αιολικού τύπου, όπως προκύπτει από τις επιγραφές της διάσημης Στήλης των Καμινίων, αλλά και από θραύσματα επιγραφών της Ηφαιστίας. Οι επιγραφές αυτές αποτελούν τα μοναδικά γραπτά μνημεία των Πελασγών, γεγονός που τις κάνει πολύ σημαντικές.
Η χρήση του αιολικού αλφαβήτου, προδίδει τη συγγένεια που είχαν με τα ελληνικά φύλα. Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές στις επιγραφές περιέχονται λέξεις με ρίζες που ανάγονται στην αρχέγονη ελληνική γλώσσα. Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι η γλώσσα τους είναι συγγενής με την ετρουσκική.
Αθηναϊκή περίοδος
Μετά από τους περσικούς πολέμους η Λήμνος πέρασε στην εξουσία των Αθηναίων, οι οποίοι έδιωξαν την περσική φρουρά κι εγκατέστησαν τους πρώτους εποίκους. Ορισμένοι ντόπιοι έφυγαν, κυρίως Μυριναίοι, ενώ οι Ηφαιστιείς στην πλειοψηφία τους αποδέχθηκαν την αθηναϊκή κυριαρχία. Το 477 το νησί έγινε μέλος της δηλιακής συμμαχίας και συμμετείχε στα έξοδα συντήρησης του συμμαχικού στόλου.
Από τα μέσα του 5ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο πλήθος Αθηναίων κληρούχων καθώς και αθηναϊκή φρουρά. Οι κληρούχοι προέρχονταν κυρίως από τις πιο φτωχές τάξεις -ήταν θήτες ή ζευγίτες- και διατηρούσαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Τους δόθηκαν αγροτικές εκτάσεις στο νησί, τις οποίες εκμεταλλεύονταν και παράλληλα είχαν υπό τον έλεγχό τους τον ντόπιο πληθυσμό, που περιέπεσε σε καθεστώς υποτέλειας.
Συγκρότησαν δύο δήμους, της Μύρινας και της Ηφαιστίας, γι' αυτό η Λήμνος συχνά αποκαλούνταν Δίπολις. Οι δήμοι των κληρούχων είχαν διοικητική αυτονομία από την Αθήνα και κυκλοφόρησαν δικά τους νομίσματα από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. ως τον 1ο αιώνα μ.Χ. Όμως, ήταν στενά συνδεδεμένοι με τη μητρόπολη. Με χρήματα των κληρούχων φτιάχτηκε το άγαλμα της Αθηνάς Λημνίας, το οποίο στήθηκε στην Ακρόπολη γύρω στο 450. Επίσης, συμμετείχαν με τους Αθηναίους σε πολλές μάχες του Πελοποννησιακού πολέμου, με αποτέλεσμα το 405, έπειτα από την ήττα των τελευταίων στους Αιγός Ποταμούς, να εκδιωχθούν από τη Λήμνο καθώς περιήλθε στην κυριαρχία των Σπαρτιατών. Επέστρεψαν το 386, με την Ανταλκίδειο ειρήνη.
Οι παλαιοί κάτοικοι της Λήμνου σταδιακά συγχωνεύθηκαν με τους Αθηναίους δείγμα της φυλετικής τους συγγένειας. Από τον 4ο αιώνα υπήρχαν στο νησί: Βουλή, Συνέλευση και γενικά πολιτικοί θεσμοί ανάλογοι με εκείνους της μητρόπολης Αθήνας. Αναφέρονται τα δημόσια αξιώματα του επιμελητή, του ιππάρχου και του στρατηγού, οι οποίοι στέλνονταν από την Αθήνα. Επιμελητές υπήρχαν και στους δύο δήμους με αρμοδιότητα την παρακολούθηση των εμπορικών συναλλαγών. Οι ίππαρχοι, επίσης ένας σε κάθε δήμο, ήταν υπεύθυνοι για τη συντήρηση σώματος ιππέων, για την άμυνα της νήσου και για την περιφρούρηση της τάξης και της αρμονικής συμβίωσης των δύο δήμων. Ο στρατηγός περιφρουρούσε την αθηναϊκή ηγεμονία στη Λήμνο και μάλλον δεν είχε τακτική θητεία, αλλά στελνόταν μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις.
Η αθηναϊκή επικυριαρχία στη Λήμνο, αν και με το πέρασμα των αιώνων μειωνόταν, εξακολούθησε να διατηρείται μέχρι το τέλος του κλασικού κόσμου. Ο Στράβων αναφέρει ότι η Λήμνος θεωρείτο προσκείμενη της χερσαίας Ελλάδας και όχι της Μικρασίας ως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή.
Αρκετοί λόγιοι και καλλιτέχνες αναδείχθηκαν από τη Λήμνο κατά την αθηναϊκή περίοδο του νησιού. Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται ο σοφιστής Αντίλοχος, ο οποίος φιλονικούσε με το Σωκράτη. Ο Απολλόδωρος υπήρξε συγγραφέας γεωπονικού έργου, το οποίο συνιστούσε ο Αριστοτέλης. Ο Γλαύκος αναφέρεται από τον Πολύβιο ως μέγας ανδριαντοποιός και εφευρέτης της κόλλησης του σιδήρου.
Ο σπουδαίος γλύπτης Αλκαμένης υπήρξε μαθητής του Φειδία και ήκμασε την περίοδο 440-430. Όπως μας παραδίδεται, κυρίως από τον περιηγητή Παυσανία, άφησε σπουδαία έργα, όπως: το δυτικό αέτωμα του ναού του Διός στην Ολυμπία, αγάλματα του Άρη, χρυσελεφάντινο του Διονύσου και τρία της Εκάτης στην Αθήνα, του Ασκληπιού στη Μαντινεία, του Ηφαίστου, σύμπλεγμα Πρόκνης και Ίτυος στην Ακρόπολη, σύμπλεγμα Ηρακλή και Αθηνάς, χάλκινο του Πεντάθλου και την περίφημη "Αφροδίτη εν Κήποις"». Ο Αλκαμένης γνώρισε μέγιστες τιμές και αναγνωριζόταν ως ο δεύτερος σε αξία γλύπτης της αρχαιότητας έπειτα από το Φειδία.