Αρχαίος ελληνικός ναός της Εγεστας.
-
Το 580 π.Χ. οι Σελινούντιοι παραιτήθηκαν οριστικά από τη διεκδίκηση διαμφισβητουμένων εδαφών έναντι της Γέλας (στα οποία εδάφη ιδρύθηκε ο Ακράγας) με αντάλλαγμα την ενίσχυση τους με Δωριείς αποίκους, προερχόμενους από τη Ρόδο και τη μικρασιατική πόλη Κνίδο, οι οποίοι έφθασαν στη δυτική Σικελία μέσω της Γέλας. Ο ηγέτης των Ροδίων και Κνιδίων αποίκων, Πένταθλος, ήταν Κνίδιος, όπως και οι περισσότεροι άνδρες του.
Αναπαράσταση οπλιτών από τον Ισπανικό Σύλλογο "Αθηνά Προμaχος". Οι Ελληνες οπλίτες της Σικελίας δεν διέφεραν ουσιαστικά από εκείνους της μητροπολιτικής Ελλάδας, αν και ανέπτυξαν κάποιους νεωτερισμούς στην εμφάνιση.
Οι Σελινούντιοι χρησιμοποίησαν τους Κνιδίους και Ροδίους στον πόλεμο εναντίον των Ελύμων και των Φοινίκων εχθρών τους. Τους βοήθησαν να ιδρύσουν νέα ελληνική αποικία, στο ακρωτήριο Λιλύβαιο, μόλις 10 χιλιόμετρα νοτίως της Μοτύης. Προσπαθούσαν να αντιπαραθέσουν μια νέα δωρική δύναμη έναντι της Μοτύης, κύριας καρχηδονιακής αποικίας στο νησί, και της Καρχηδόνας, ενώ οι ίδιοι θα ασχολούνταν με την υποταγή της Έγεστας η οποία αντιστεκόταν επίμονα στην επέκταση τους. Οι Σελινούντιοι, οι Κνίδιοι και οι Ρόδιοι ένωσαν τις δυνάμεις τους εναντίον των Ελύμων, των Σικελο-Φοινίκων και των Καρχηδονίων. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι η κύρια μάχη ανάμεσα στους δύο συνασπισμούς δόθηκε πλησίον του Λιλύβαιου, προφανώς στην ενδοχώρα ανάμεσα στον Σελινούντα και την Έγεστα (ή Σέγεστα). Ο Πένταθλος σκοτώθηκε, οι Έλληνες ηττήθηκαν (580/576 π.Χ.) ενώ αμέσως μετά οι Έλυμοι και οι Καρχηδόνιοι επιτέθηκαν εναντίον του Λιλύβαιου και εκδίωξαν από εκεί τους Κνιδίους και τους Ροδίους. Αυτή η ήττα θεωρείται ως ιδιαίτερα αρνητικό γεγονός για τον Ελληνισμό επειδή σήμανε την απώλεια του Λιλυβαίου το οποίο ήταν άριστο «ορμητήριο» προς τη δυτική Μεσόγειο. Αν οι Έλληνες το είχαν διατηρήσει θα είχαν διαφυλάξει την οδό του αποικισμού προς τις χώρες της και αργά ή γρήγορα θα κατακτούσαν τις αποκομμένες από την Καρχηδόνα, σικελο-φοινικικές πόλεις. Με αυτόν τον τρόπο θα ήλεγχαν τους εμπορικούς δρόμους προς την Ετρουρία και την Ισπανία αλλά και προς την ίδια την Καρχηδόνα, έχοντας ήδη υπό τον έλεγχο τους και το Στενό της Μεσσήνης.
Χάρτης της αρχαίας Σικελίας. Πάνω δεξιά διακρίνονται οι Αιολίδες ή Λιπαρες Νήσοι.
-
Οι Καρχηδόνιοι και οι Έλυμοι δεν προχώρησαν σε επίθεση εναντίον του Σελινούντα και της Ιμέρας για να ανακτήσουν τα εδάφη που έχασαν κατά τον 7ο αιώνα. Η Καρχηδόνα πολεμούσε τους Λίβυες και άλλους ιθαγενείς πληθυσμούς της δυτικής Μεσογείου και δεν ήθελε να εμπλακεί ταυτοχρόνως σε μακροχρόνιο πόλεμο στη Σικελία. Η αναφερόμενη εξέλιξη έδωσε τη δυνατότητα στους Έλληνες του Σελινούντα και της Ιμέρας να σταθεροποιήσουν την εγκατάσταση τους στη δυτική Σικελία. Οι πόλεις τους αναπτύχθηκαν και ισχυροποιήθηκαν καθιστώντας σε λίγο αδύνατη για τους Καρχηδονίους την εκδίωξη του ελληνικού στοιχείου από την περιοχή. Φαίνεται ότι οι Καρχηδόνιοι έχασαν αυτή τη μοναδική ευκαιρία που τους παρουσιάστηκε μετά την ήττα του Πεντάθλου. Κάποιες αναφορές του Εκαταίου του Μιλήσιου, ο οποίος άντλησε μάλλον από έργο του Σικελιώτη Στησιχόρου το οποίο «απέδιδε» τις φοινικικές Μοτύη και Πάνορμο στην επικράτεια του Ηρακλή, απηχούν προφανώς μια νέα προσπάθεια των Ελλήνων να κατακτήσουν τη δυτική Σικελία. Η μυθολογική απόδοση των φοινικικών αποικιών στο κράτος του Δωριέα ήρωα Ηρακλή αποτελούσε το «ιστορικό υπόβαθρο» των ελληνικών διεκδικήσεων στην περιοχή. Επρόκειτο για μία γνωστή πρακτική όσων Ελλήνων διεκδικούσαν εδάφη προς αποικισμό ή γενικά προσάρτηση, αλλά και άλλων λαών της Μεσογείου.
Ο ναός «Ε» του Σελινούντα.
-
Κατά το πιθανότερο οι Ιμεραίοι αυτή την φορά, ηγήθηκαν μιας νέας κοινής ελληνικής σικελιωτικής εκστρατείας για την κατάκτηση της περιοχής, η οποία αποκρούστηκε πάλι από τους Καρχηδόνιους και τους Ελύμους. Εντέλει οι Καρχηδόνιοι πέρασαν στην αντεπίθεση υπό την ηγεσία του στρατηγού Μάλχου. Λίγο πριν το 550 π.Χ. εισέβαλαν στη χώρα του Σελινούντα και νίκησαν τον στρατό του σε μάχη, μάλλον έξω από τα τείχη του, επιφέροντας του μεγάλες απώλειες. Εντούτοις, αποχώρησαν χωρίς να πολιορκήσουν την πόλη. Ο Σελινούντας ήταν πλέον πολύ ισχυρός για να αποπειραθούν οι Καρχηδόνιοι κάτι τέτοιο. Από τη νίκη τους επωφελήθηκε ο Θήρων ο Μιλτιάδου και έγινε τύραννος στην πόλη αλλά αργότερα ανετράπη από τον Πυθαγόρα, ο οποίος κατέλαβε τη θέση του. Οι Καρχηδόνιοι απείλησαν ταυτοχρόνως τον Ακράγαντα και την Ιμέρα με σκοπό να περιορίσουν τους Έλληνες και στην κεντρική Σικελία. Αλλά οι καρχηδονιακές δυνάμεις ηττήθηκαν από τον Φάλαρι, τύραννο του ισχυρού Ακράγαντα.
Χάρτης των Αιολιδων νησων. Κάτω δεξιά σημειώνονται οι αρχαίες Μυλες (Milazzo) της Σικελίας (πηγή/copyright: Graphicmaps.com)
-
Συμπερασματικά κατά το διάστημα 580-507 π.Χ. συνέβησαν σκληρές συρράξεις μεταξύ των αντιμαχόμενων στη δυτική Σικελία. Από την άλλη πλευρά, η εχθρότητα δεν διέκοψε τις εμπορικές και πολιτισμικές επαφές ανάμεσα στους αντιπάλους. Ο Σελινούς διενεργούσε εντατικό εμπόριο με την Καρχηδόνα λόγω της γεωγραφικής θέσης του η οποία τον καθιστούσε την πλησιέστερη ελληνική πόλη στη φοινικική μητρόπολη της Αφρικής. Οι Σελινούντιοι θεώρησαν ότι η εχθρότητα με τους Καρχηδόνιους ήταν επιζήμια για την οικονομία αλλά και την επιβίωση τους. Περί το 506/5 π.Χ. επήλθε συμβιβασμός ανάμεσα σε Σελινούντιους, Ιμεραίους, Καρχηδόνιους-Φοίνικες και Εγεσταίους λόγω της εξάντλησης από τον μακροχρόνιο πόλεμο και της ανάγκης προώθησης των εμπορικών συναλλαγών.
Ο Σελινούς εγκατέλειψε την επεκτατική πολιτική του στη δυτική Σικελία και αναλόγως και οι Καρχηδόνιοι και οι Εγεσταίοι εγκατέλειψαν επίσης την επεκτατική πολιτική τους στη χώρα του πρώτου. Επιπροσθέτως, οι Εγεσταίοι εξελληνίσθηκαν ραγδαίως υπό την επίδραση του Σελινούντα, με αποτέλεσμα κατά τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. η Έγεστα να ομοιάζει με ακραιφνώς δωρική πόλη παρότι οι κάτοικοι της δεν ήταν καν Έλληνες. Ωστόσο η ελληνική γλώσσα (μεγαρική διάλεκτος) είχε αρχισει να διαδίδεται ραγδαία μεταξύ των Εγεσταίων, έτσι ώστε κατά την Ελληνιστική Περίοδο όλοι ομιλούσαν ελληνικά και μόνο ένα μέρος τους ήταν δίγλωσσοι, διατηρώντας και την παλαιά ελυμική γλώσσα. Εξάλλου έως τότε, αρκετοί Ελληνες πάροικοι είχαν εγκατασταθεί στην πόλη επιτείνοντας τον εξελληνισμό της. Αντιθέτως ο Έρυκας, η άλλη μεγάλη πόλη των Ελύμων, εκ-φοινικίστηκε μέσω των στενών επαφών του με την Καρχηδόνα και τις άλλες φοινικικές πόλεις. Λόγω αυτών των εξελίξεων, σήμερα γίνεται συχνά το λάθος ο Ερυκας να θεωρείται φοινικική αποικία και η Εγεστα ελληνική, ενώ επρόκειτο για πόλεις ιθαγενών.
Ανω εικόνα: η κύρια σύγχρονη πόλη Lipari των Αιολιδων νησων. Θεωρείται ότι βρίσκεται στη θέση της αρχαίας ελληνικής πόλης.
Κάτω: Τοπίο των Αιολιδων νησων.
-
Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΟΛΙΔΩΝ ΝΗΣΩΝ
Οι Κνίδιοι και οι Ρόδιοι πρόσφυγες του Λιλύβαιου έπλευσαν κατά μήκος της βόρειας ακτής της Σικελίας καταλήγοντας στις Λιπάρες ή Αιολίδες, μια συστάδα μικρών νησιών βορειοδυτικώς του Στενού της Μεσσήνης. Εγκαταστάθηκαν στη μεγαλύτερη από αυτές, τη Λιπάρα, όπου ίδρυσαν την πόλη τους ενσωματώνοντας τους γηγενείς Σικελούς (Σικουλους), ενώ χρησιμοποίησαν τα εδάφη των άλλων νησίδων ως καλλιεργήσιμη γη. Η κατάκτηση των Αιολίδων από τους Έλληνες αποτέλεσε απειλή για τους Ετρούσκους ή Τυρρηνούς, το ισχυρό ναυτικό των οποίων κυριαρχούσε έως τη θαλάσσια περιοχή των αναφερομένων νήσων. Οι Ετρούσκοι εμπορεύονταν με τις ιταλιωτικές ελληνικές αποικίες ενώ ταυτοχρόνως διενεργούσαν πειρατεία εις βάρος των εμπορικών πλοίων άλλων ελληνικών πόλεων. Οι Λιπαραίοι έκαναν το ίδιο στα ετρουσκικά σκάφη, εφορμώντας από τα νησιά τους. Το πλήγμα για το εμπόριο των Ετρούσκων ήταν μεγάλο επειδή τα πλοία τους δεν μπορούσαν πλέον ούτε να πλησιάσουν το Στενό της Μεσσήνης προκειμένου να εμπορευθούν απευθείας με τις πλούσιες χώρες της ανατολικής Μεσογείου. Οι Ετρούσκοι έστειλαν πολεμικούς στόλους εναντίον των Λιπαραίων οι οποίοι μετατράπηκαν σε κοινωνία «σπαρτιατικού τύπου» προκειμένου να αντιμετωπίσουν την απειλή. Οι μάχιμοι Λιπαραίοι απασχολούνταν μονίμως με την υπηρεσία στον στόλο ο οποίος ισχυροποιήθηκε περισσότερο με τη ναυπήγηση νέων πλοίων. Οι άνδρες συνέτρωγαν σε ιδιαίτερα μέρη («συσσίτια» ή «φιδίτια») κατά το πρότυπο της Σπάρτης και των κρητικών πόλεων-κρατών. Εξάλλου το κράτος της Λιπάρας ήταν δωρικό και το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του, οι Κνίδιοι άποικοι, είχε απώτερη καταγωγή από τη Λακωνία επειδή η Κνίδος ήταν παλαιά σπαρτιατική αποικία. Οι άμαχοι Λιπαραίοι ασχολούνταν με την παραγωγή προκειμένου να συντηρούν τις ισχυρές ναυτικές δυνάμεις. Υπήρχε κοινοκτημοσύνη των γαιών. Αργότερα αυτές αναδιανέμονταν σε κλήρους ανά 20 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε μια στιβαρή, καλά οργανωμένη και κατεξοχήν στρατιωτική κοινωνία, μια μικρογραφία της Σπάρτης πολύ μακριά από αυτήν για τα αρχαία δεδομένα, στο μακρινό Τυρρηνικό πέλαγος. Με αυτή την οργάνωση, οι Λιπαραίοι πέτυχαν πολλές νίκες εναντίον των ετρουσκικών στόλων.
-
Περικλής Δεληγιάννης
-
ΠΗΓΕΣ