Η Αθηνά ξεχώριζε ανάμεσα στις άλλες θεές του Ολύμπου, ακόμα και από την γέννηση της. Η Αθηνά θυγατέρα του Διός και της Μήτιδος, η οποία ήταν η προσωποποίηση της σοφίας. Η ένωση της Μήτιδας και του Διός τερματίστηκε κατά τρόπο τραγικό διότι υπήρχε μια προφητεία η οποία έλεγε ότι αφού η Μήτις γεννούσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, θα έφερνε στο φως έναν πανίσχυρο γιο προορισμένο να γίνει βασιλιάς των θεών. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί η προφητεία και με την συμβουλή του Ουρανού και της Γαίας, ο Δίας κατέληξε στο να καταπιεί την Μήτιδα ενώ ήταν έγκυος. Όταν ήρθε ο καιρός του τοκετού, έπιασαν τον Δία τρομεροί πόνοι στο κεφάλι και διέταξε τον Ήφαιστο να του σκίσει το κεφάλι του. Και «ξεπήδηξε απ' το κεφάλι του Δία ηΑθηνά πάλλοντας ένα αιχμηρό δόρυ. Και σείστηκε συθέμελα ο Όλυμπος, βούϊξε τριγύρω η γη, φούσκωσε η θάλασσα και σκοτεινά κύματα σηκώθηκαν ...; Μα σύντομα όλα ηρέμησαν κι ο ένδοξος γιος του Υπερίωνα κράτησε τα άλογά του ώσπου η παρθένα Παλλάδα έβγαλε απ' τους αθάνατους ώμους της τα θεϊκά της όπλα. Κι ο σοφός Δίας «χάρηκε», μας αναφέρει ο «Ομηρικός Ύμνος».
Οι αρχαίοι μυθογράφοι αναφέρουν και άλλες παραδόσεις για την γέννηση της θεάς Αθηνάς. Σύμφωνα λοιπόν με μια παράδοση, η Αθηνά γεννήθηκε στην Κρήτη από ένα σύννεφο που ο Δίας το χτύπησε με κεραυνό. Σύμφωνα με άλλη, ήταν θυγατέρα του φτερωτού Γίγαντα Πάλλαντα, που αργότερα η θεά τον σκότωσε, επειδή ήθελε να την κάνει ερωμένη του. Άλλη πάλι εκδοχή μας λέει πως η Αθηνά γεννήθηκε απ' τον Ποσειδώνα και την Τριτωνίδα, μα αργότερα φιλονίκησε με το θεό της θάλασσας και κατέφυγε στονΔία, που την υιοθέτησε. ΤΟ ΠΑΛΛΑΔΙΟ Στην «Θεογονία» του Ησίοδου και στον «Ομηρικό Ύμνο» η θεά Αθηνά ονομάζεται Τριτογένεια, επειδή γεννήθηκε κοντά σε μια πηγή που ονομαζόταν Τριτωνίς. Οι αρχαίοι συγγραφείς διαφωνούν όσον αφορά τη χώρα που βρισκόταν η πηγή. Άλλοι έλεγαν πως βρισκόταν στην Βοιωτία, άλλοι πως βρισκόταν στην Κρήτη, άλλοι στην Αφρική (τη Λιβύη) και μερικοί στα πέρατα της γης, συγχέοντας την Αθηνά με τον Ωκεανό. Πολλές πόλεις επέμεναν πως η θεά γεννήθηκε σ' αυτές κι είχαν για επιχείρημα τους πως κατείχαν τα Παλλάδια, τα αγάλματα της Αθηνάς, που είχαν πέσει ως έλεγαν, απ΄ τον ουρανό. Όμως το Παλλάδιο, το πιο ονομαστό είναι το Παλλάδιο της Τροίας. Γράφει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος«ήταν ένα άγαλμα ύψους τριών πήχεων και παράσταινε τη θεά με τα πόδια ενωμένα και στο χέρι της το δεξιό κρατούσε ένα δόρυ όρθιο και στ' αριστερό ρόκα και αδράχτι». Κατά το μύθο, το άγαλμα ετούτο το είχε η ίδια η θεά κατασκευάσει σύντροφος της Αθηνάς ήταν η Παλλάδα. Οι δυο νεαρές κοπέλες, ηΠαλλάδα και η Αθηνά, γυμνάζονταν με ασκήσεις αρκετά βίαιες και μια μέρα τσακώθηκαν κι η Παλλάδαετοιμαζόταν να χτυπήσει την θεά, μα ο Δίας που φοβήθηκε μήπως πάθει τίποτα η δική του κόρη, έβαλε μπροστά της ως ασπίδα την αιγίδα, τρόμαξε η Παλλάδα απ' τη φοβερή ασπίδα και η Αθηνά τη χτύπησε και την άφησε νεκρή. Βαθιά απελπισμένη η θεά, έφτιαξε ένα ξύλινο ομοίωμα της νεκρής Παλλάδας κι έβαλε στο στήθος του την τρομερή αιγίδα και το τοποθέτησε προς τιμή της δίπλα στ' άγαλμα του Δία. Και προσθέτει ο Απολλόδωρος : «Όταν η Ηλέκτρα (η θυγατέρα του Άτλαντα που απ' αυτήν ο Δίας απόκτησε τον Ιασίωνα και τον Δάρδανο), μετά την ερωτική τους συνομιλία με το Δία, κατέφυγε κοντά στο άγαλμα αυτό, το «Παλλάδιο», ξάφνου ετούτο γκρεμίστηκε μαζί της στο Ίλιο, όπου ο Ίλος έφτιαξε ειδικό ναό γι' αυτό και απέδωσε θεϊκές τιμές».
Κατά άλλο μύθο, το «Παλλάδιο» το έδωσε ο Δίας στον Δάρδανο, το βασιλιά των Τρώων και η σωτηρία της πόλης θα εξαρτιόνταν στο μέλλον από τη διατήρησή του. Ο Δάρδανος το τοποθέτησε στο άδυτο του ναού (στο μέρος που απαγορεύονταν η είσοδος). Και ένα δεύτερο Παλλάδιο τοποθετήθηκε στη σηκό του ιερού, όπου επιτρεπόταν η είσοδος και του λαού. Στην «Ιλιάδα» ζητάει ο Έκτορας από τη μητέρα του να πάει μαζί με τις καλύτερες γυναίκες της πόλης στο ναό και να παρακαλέσει την Τρωάδα Αθηνά: «Πάτε στης Αθηνάς το ναό, πάρτε μαζί σας αρώματα και βάλτε στα γόνατα της θεάς τον πολυτιμότερο, το μεγαλύτερο απ' όσους υπάρχουν στο παλάτι πέπλο, εκείνον που σου αρέσει περισσότερο και δώσ' της την υπόσχεση πως θα θυσιάσεις στο ναό της δώδεκα δαμάλες, αν θελήσει να λυπηθεί το Ίλιο, τις γυναίκες της Τροίας και τα παιδιά τους, αν δεχτεί ν' απομακρύνει από τα ιερά τείχη μας το γιο του Τυδέα». Γιος του Τυδέα ήταν ο Διομήδης, ένας από εκείνους που ήθελαν να αρπάξουν το τρωικό Παλλάδιο, για να επιταχύνουν την πτώση της Τροίας. Από τους σχετικούς μύθους με το Παλλάδιο προκύπτει πως η Αθηνά ήταν προστάτιδα του Ίλιου, όπως ήταν και πολλών άλλων ελληνικών πόλεων. ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΔΙΑΣ
Η Αθηνά το αγαπημένο παιδί του Δία, που φανερώνει σε κάθε ευκαιρία τη βαθιά του αγάπη προς τη θυγατέρα του. Ωστόσο, ο Όμηρος αναφέρει πως η Αθηνά συνωμότησε με την Ήρα και τον Ποσειδώνα να δέσουν τον Δία, επειδή η κυριαρχία του είχε γίνει ανυπόφορη γι' αυτούς. Όμως η διατάραξη της σχέσης της αυτής με τον πατέρα της δεν άφησαν ίχνη. Η Αθηνά στον πόλεμο κατά των Γιγάντων βοήθησε σθεναρά τον Δία, αυτή συμβούλεψε τον Ηρακλή να παρασύρει έξω από τα σύνορα της Παλλήνης τον Γίγαντα Αλκυονέα, επειδή, όταν ο γίγαντας αυτός πατούσε το έδαφος της γενέθλιάς του γης (της Παλλήνης), ήταν αθάνατος. Και πάλι η ίδια αυτή πήρε το δέρμα του Γίγαντα Πάλλαντα και το χρησιμοποίησε για προκάλυψη κατά τις μάχες. Αυτή πολέμησε κατά του Εγκέλαδου, που δεν κατάφερε να τον νικήσει παρά καταπλακώνοντάς τον κάτω από τη Σικελία. Το τελευταίο αυτό επεισόδιο, που ήταν πασίγνωστο κατά την αρχαιότητα, το αναπαράσταιναν κάθε χρόνο στον αφιερωματικό στη θεά πέπλο τους οι Αθηναίοι κατά τα «Παναθήναια».
ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ & ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΑΘΗΝΑΣ
Καλλυντήρια (τα) Αρχ.]. Αθηναϊκή εορτή προς τιμήν της Πολιάδος Αθηνάς. Η εορτή αυτή συνδέεται αναπόσπαστα μετά της συναφούς εορτής των Πλυντηρίων, αμφότερες δε είχαν ως σκοπό τον καθαρισμό του ιερού και του ξοάνου της θεάς.
Οι εορτές αυτές γίνονταν κατά τον μήνα Θαργηλιώνα, ήτοι τον Μάιο, μεγάλη όμως επικρατεί αοριστία περί του ποιά προηγείται της άλλης. Κατά τον λεξικογράφο Φώτιο, τα Καλλυντήριατελούνταν την 19ην του μηνός, τα δε Πλυντήρια την 29ην. Αλλά η ετυμολογική έννοια των δύο λέξεων θέτει εν αμφιβάλω την τοιαύτη χρονική τάξη, διότι λογικό είναι να παραδεχθεί κανείς ότι πρώτον πλένεται κάτι και ύστερα καλλύνεται. Κατά της λογικής, εν τούτοις, αυτής ερμηνείας διαφόρων ερμηνευτών και μάλιστα των Schoeman και Petersen, αντεπεξέρχεται ο Mommsen ο οποίος, συμφωνώντας προς τον λεξικογράφο Φώτιο, εξηγεί, ότι τα μεν Καλλυντήρια ήσαν ή προπαρασκευαστική εορτή του καθαρισμού του ιερού της Πολιάδος Αθηνάς επί της Ακροπόλεως, και, ως τοιαύτη, προηγούνταν, τα δε Πλυντήριαήσαν η τελετή του λουτρού του ξόανου της θεάς, και, ως τέτοια, είπετο.
Η διεξαγωγή των τελετών τούτων γίνονταν, κατά τους αρχαίους συγγραφείς και τις επιγραφές, ως εξής:Κατ' αρχάς καθαρίζονταν και εξαγνίζονταν ο ναός της Πολιάδος Αθηνάς, ο επί της Ακροπόλεως. Κατά το χρονικό τούτο διάστημα, το Ιερόν απεμονούτο δια σχοινίων. Οι λειτουργοί του ναού, οι επιφορτισμένοι τότε τον καθαρισμό, ήσαν παρθένοι, ονομαζόμενοι λουτρίδες και πλυντρίδες, ως και πρόσωπο τι καλούμενο κατανίπτης, επιφορτισμένος ειδικώς να επιμελείται του αγάλματος της θεάς. Και η προπαρασκευαστική αυτή εργασία αποτελούσε την εορτή των Καλλυντηρίων. Έπειτα άρχιζε η μεγάλη ήμερα των Πλυντηρίων. Κατά ταύτη το κυριώτατο μέρος έπαιζαν οι λεγόμενες Πραξιεργίδες, όμιλος, δηλαδή, ιερειών, οι οποίες ήσαν τεταγμένες να ετοιμάζουν το άγαλμα προς λουτρό, γδύνοντας, πρώτα, αυτό των ενδυμάτων του και των κοσμημάτων και καλύπτοντάς το δια πέπλου, και έπειτα, μετά το λουτρό, στολίζοντας πάλι αυτό ως και πριν. Και τότε άρχιζε η πομπή, υπό την εποπτεία των νομοφυλάκων. Το άγαλμα της θεάς, ετοιμασμένο ως ανωτέρω, φέρονταν επισήμως προς την θάλασσα του Φαλήρου, βαπτίζονταν δε τότε εντός της θαλάσσης και παρέμενε εκεί όλη την ημέρα. Η ημέρα αυτή θεωρείτο στην Αθήνα ως αποφράς, διότι η πόλις στερούνταν, κατά το χρονικό τούτο διάστημα, της προστασίας της πολιούχου θεάς, και προς τούτο κατέπαυε πάσα εργασία, ήταν δε επιβεβλημένη και επίσημη αργία προς την εσπέρα, η συνοδεία επανέρχονταν στην Αθήνα, εν μέσω εφήβων, οι οποίοι κρατούσαν δάδες αναμμένες, και των Πραξιεργίδων. Και τότε το άγαλμα, καθαρισμένο δια του λουτρού, τίθετο και πάλι επισήμως στο ναό.
Και ταύτα μεν περί των Καλλυντηρίων και των Πλυντηρίων. Αλλά και η γένεση των εορτών τούτων δεν είναι λιγότερο αόριστος. Και ναι μεν η εορτή ήταν, πράγματι, προς τιμήν της πολιάδος Αθηνάς, αλλά, ταυτοχρόνως, και η γλαυρος, η κόρη του Κέκροπα, κατείχε, κατά πολλά κείμενα, σημαντική θέση στις εορτές αυτές. Ο αυτός λεξικογράφος Φώτιος αναφέρει, ότι τα Καλλυντήρια προήλθαν εκ του ότι η Άγλαυρος ήταν η πρώτη ιέρεια της Αθηνάς, επιφορτισμένη να πλύνει και να στολίζει το άγαλμα της θεάς και ότι τα Πλυντήρια τελούνταν προς ανάμνηση του γεγονότος, καθ' ο τα ενδύματα της θεάς έμειναν άπλυτα επί ένα έτος, μετά τον θάνατον του Αγλαύρου.
Ταύτα επαναλαμβάνει και ο Ησύχιος. Ταύτα επιβεβαιώνει και ο ρποκρατίων, αναφέροντας την παράδοση, κατά την οποία η Άγλαυρος ταυτίζονταν με την Αθηνά. Οι μαρτυρίες, εν τούτοις, των συγγραφέων τούτων είναι προφανώς λανθασμένες, διότι η παράδοση αναφέρει ότι η Αθηνά αφαίρεσε διά βιαίου θανάτου την ζωή της Αγλαύρου, διότι η Άγλαυρος είχε ανοίξει, παρά την απαγόρευση της θεάς, το κιβώτιο του Εριχθονίου. Και κατά λογική συνέπεια δεν είναι δυνατόν να ετιμάτο, κατά τις εορτές αυτές, και η Άγλαυρος. Ο Mommsen εξετάζοντας εμβριθέστερα τις αντιφάσεις αυτές, έτσι ερμηνεύει την αρχή των εορτών αυτών. Η Αθηνά αναχωρεί σε ταξίδι, εμπιστευόμενη στις Κεκροπίδες την φροντίδα της διατηρήσεως και του καθαρισμού του ιερού της, διότι αυτές ήσαν οι ιέρειες της λατρείας της. Και ιδού η πρώτη πράξη του δράματος, την οποίαν υπενθυμίζουν και συμβολίζουν τα Καλλυντήρια. Ταυτοχρόνως όμως εμπιστεύεται σε αυτές και τον Εριχθόνιο, απαγορεύσασα σε αυτές να ανοίξουν το κιβώτιο. Φαίνεται όμως ότι η απουσία της θεάς διήρκεσε πολλές ημέρας, και οι Κεκροπίδες παραβίασαν την ιερή διαταγή. Η Αθηνά, επανελθούσα, αντιλαμβάνεται την απείθεια των υπηρετριών της και τους επιβάλλει την τρομερά ποινή της θανατικής εκτελέσεως. Και ιδού η δευτέρα πράξη του δράματος, την οποίαν υπενθυμίζουν και συμβολίζουν τα Πλυντήρια δια του καθαρισμού του κατασπιλωθέντος ιερού και του λουτρού της θεάς στα κύματα της θαλάσσης. Και έτσι καλλίτερα εξηγείται και το ότι οι Αθηναίοι θεωρούσαν την ημέρα αυτήν, κατά την μαρτυρία των συγγραφέων, «εν ταις μαλιστα των αποφραδων».