Περί προσφύγων, ακτημόνων, εκκλησιαστικής περιουσίας και απαλλοτριώσεων
Σ' αυτό εδώ το άρθρο, θα αναλύσουμε γενικότερα ένα μεγαλύτερο μέρος του άρθρου αυτού, που φέρει το όνομα «Η Εκκλησιαστική περιουσία και οι υποχρεώσεις του κράτους» και αναφέρεται στην «αρπαγή» της εκκλησιαστικής περιουσίας από το κράτος με σκοπό την διανομή σε πρόσφυγες και ακτήμονες.
Για να είμαι ειλικρινής, νιώθω την ανάγκη ν' απολογηθώ, επειδή με αυτό το κείμενο που έχει αναπαραχθεί από πλήθος ιστοσελίδων, την είχα πατήσει κι εγώ, καθώς αφ' ενός όταν είχα ασχοληθεί μ' αυτό πριν μερικά χρόνια ήμουν σχετικά «απονήρευτος» (γι' αυτό δείξτε μια κατανόηση, αν εντοπίσετε στα παλιότερα κείμενα τέτοια ατοπήματα) κι αφ' ετέρου φαίνεται πειστικό, καθώς δίνει παραπομπές σε νόμους.
Αυτό όμως είναι το μεγάλο μας πρόβλημα ...; Επαναπαυόμαστε στα γραφόμενά τους και στην κρίση τους, χωρίς να μπαίνουμε στην διαδικασία να κάνουμε επαλήθευση. Επειδή λοιπόν, η ιστορία με την μισθοδοσία των παπάδων μού έβαλε ψύλλους στ' αφτιά, είπα να το ψάξω κι αυτό λίγο παραπάνω, πηγαίνοντας στις παραπομπές που παραθέτουν.
Κατ' αρχάς, θα πρέπει να επισημάνουμε μια αντίφαση στα λεγόμενα της Εκκλησίας: Από τι μία επαίρεται πως χάρις στην εκκλησιαστική περιουσία και τις «δωρεές» της επιτέλεσε κοινωνικό και φιλανθρωπικό και εθνικό έργο κι απ' την άλλη κλαίγεται πως το κράτος την έχει αφαιμάξει για τον ίδιο ακριβώς σκοπό.
Εξετάζοντας το κείμενο, θα διαπιστώσουμε ότι τίποτα απ' τα δύο δεν ισχύει. Η Εκκλησία, ουδέποτε διέθεσε οικειοθελώς την περιουσία της στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου και στα πλαίσια του φιλανθρωπικού χαρακτήρα της που ευαγγελίζεται. Όποτε το έκανε, το έκανε επειδή υποχρεώθηκε από το κράτος και τις επιτακτικές ανάγκες των καιρών και όπως θα δούμε παρακάτω, πάντα αντί αποζημιώσεως. Έγινε απαλλοτρίωση και όχι δήμευση (όπως ίσως θα έπρεπε να έχει γίνει προ πολλού) κι αυτό έχει μεγάλη διαφορά. Και για να μην δημιουργούνται παρανοήσεις, παρατίθεται η νομική έννοια της απαλλοτρίωσης, έτσι όπως ορίζεται από το Σύνταγμα (Άρθρο 17: Προστασία της ιδιοκτησίας, απαλλοτρίωση):
Kανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης ...; Η αποζημίωση, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος, μπορεί να καταβάλλεται και σε είδος ιδίως με τη μορφή της παραχώρησης της κυριότητας άλλου ακινήτου ή της παραχώρησης δικαιωμάτων επί άλλου ακινήτου ...; Η αποζημίωση ορίζεται από τα αρμόδια δικαστήρια ...;
Ας δούμε όμως τι γράφει το επίμαχο κείμενο της ΟΟΔΕ (τα έγχρωμα και έντονα γράμματα, καθώς και τα ορθογραφικά λάθη, δικά της):
Στη διάρκεια της δεύτερης και τρίτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, μετά τους Βαλκανικούς και τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο κυρίως δε έπειτα από τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922), το ελληνικό κράτος επέτεινε την απαλοτριωτική του επιβολή σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Με τους νόμους 1072/1917 και 2050/1920 («αγροτικός νόμος») και άλλους μεταγενέστερους απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά πολλές μοναστηριακές εκτάσεις για την αποκατάσταση προσφύγων και ακτημόνων και για λόγους «προφανούς ανάγκης και δημόσιας ασφαλείας». Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίοδο 1917 μέχρι 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του ενός δισεκατομυρίου προπολεμικών δραχμών και το Κράτος κατέβαλε στο Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο μόνο το 4% (40 εκατομύρια δραχμές). Τα υπόλοιπα 960 εκατομύρια οφείλονται ακόμα! Τα περισσότερα μοναστήρια καταδικάστηκαν με τον τρόπο αυτό σε μαρασμό και λειψανδρία! Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς κατά την πρώτη φάση μόνο, το 50% της γεωργική γης της εκκλησίας δόθηκε σε ακτήμονες, ενώ καη η δεύτερη φάση που ολοκληρώθηκε γύρω στο 1930 ήταν εξίσου μεγάλο το κομμάτι γης της εκκλησίας που απαλλοτριώθηκε.
Με τον κωδ. νόμο 4684/1931 περί «Οργανισμοί Διοικήσεως Εκκλησιαστικής και Μοναστηριακής Περιουσίας» αποφασίσθηκε από την Πολιτεία η ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Μονών παρά τις επιφυλάξεις της Εκκλησίας. Ό,τι εισπράχθηκε από τη ρευστοποίηση σχεδόν στο σύνολό του εξανεμίστηκε εξαιτίας του Β Παγκοσμίου Πολέμου και της ξενικής κατοχής (1940-44).
Με την από 18/9/1952 «Σύμβαση περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Εκκλησίας προς αποκατάστασιν ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων», η Εκκλησία της Ελλάδος υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος το 80% της καλλιεργούμενης ή καλλιεργίσιμης αγροτικής περιουσίας της με αντάλλαγμα να λάβει κάποια αστικά ακίνητα και 45.000.000 δραχμές νέας (τότε) εκδόσεως. Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακύρηξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η «μισθοδοσία» των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό - του δε Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών από το έτος 1980 - ως υποχρέωσις του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32. Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο - όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932 - συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται επ' άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ' αυτού. Καταρρίπτεται έτσι ο μύθος που προσπαθεί μάταια να διαιωνίσει ο κ. Πάγκαλος με τις αναφορές του σε «δημόσιους υπαλλήλους». Όταν η άγνοια συναντά τη θρασύτητα, το αποτέλεσμα είναι επικίνδυνο για τους θεσμούς και τη δημοκρατία.
Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο: «Όταν η άγνοια συναντά τη θρασύτητα, το αποτέλεσμα είναι επικίνδυνο για τους θεσμούς και τη δημοκρατία».
Ας συμφωνήσουμε λοιπόν κι ας ξεκινήσουμε από την αρχή ...;
Παίρνουμε τον πρώτο νόμο, τον 1072/1917. Τί λέει αυτός o νόμος; Αναφέρεται στην εκχώρηση κρατικών εκτάσεων σε ακτήμονες και μικροκαλλιεργητές, καθώς και εκτάσεων που περιήλθαν στο κράτος μέσω απαλλοτρίωσης. Μόνο που δεν έχει σχέση με την Εκκλησία. Πιθανότατα, τα «λαγωνικά» να μπερδεύτηκαν με την πρώτη παράγραφο του κεφαλαίου Δ', άρθρο 1, όπου γίνεται λόγος για εξαίρεση από την απαλλοτρίωση, εκτάσεων μικρότερων των χιλίων στρεμμάτων. Μα ποιοί άλλοι θα μπορούσαν να κατέχουν τέτοιες εκτάσεις, πλην των μοναστηριών; Μα φυσικά οι ...;τσιφλικάδες. Μάλλον αυτό θα πρέπει να διέφυγε από κάποιους και τους προκάλεσε σύγχυση. Δυστυχώς, εκείνη την εποχή, τα μοναστήρια δεν ήταν οι μόνοι τσιφλικάδες. Εν πάση περιπτώσει όμως, οι φράσεις «εκκλησιαστική περιουσία» ή «μοναστηριακή περιουσία», δεν αναφέρονται ούτε μια φορά μέσα στο κείμενο.
Δεν το πιστεύετε; Διαβάστε το ...;Νόμος 1072/1917 - ΦΕΚ 305 - «Περί επεκτάσεως καθ' άπαν το Κράτος των υπ' αριθμών 2466, 2467, 2468, 2469 και 2470 διαταγμάτων της Προσωρινής Κυβερνήσεως περί του αγροτικού ζητήματος»..ΔΕΙΤΕ ΤΟΝ ΕΔΩ!!